- οντολόγος
- οαυτός που ασχολείται με την οντολογία ή αυτός που εξετάζει τα πράγματα με οντολογικό τρόπο.[ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια λ., πρβλ. αγγλ. ontologist (< ὄν, ὄντος + -λόγος*). Η λ. μαρτυρείται από το 1853 στον Ιω. Ν. Λεβαδέα].
Dictionary of Greek. 2013.